30 Ιουλίου 2012

Αληθινή δύναμη ενός άντρα..


Υπάρχουν εκείνες οι μικρές, ''τιποτένιες'' στιγμές, που καυχιέσαι μέσα σου, πως άφησες ανεξίτηλα σημάδια και πληγές σε γυναικείες καρδιές. 
Μα, κάποιες άλλες , ''αληθινές'' στιγμές, έρχονται καταιγιστικά να σου υπενθυμίσουν, πως ένας αληθινός άντρας κρίνεται απο την ικανότητά του να κάνει ευτυχισμένη μια γυναίκα και όχι απο την ικανότητά του να την βασανίσει.
Προς τους άντρες εκείνους που έχουν μέσα τους την αληθινή δύναμη, εκείνη που μπορεί να χαρίσει την ευτυχία σε μία γυναικεία καρδιά, να θυμούνται πως μία γυναίκα μπορεί να μην ξεχνά ποτέ εκείνον που την πλήγωσε, αλλά αγαπά παντοτινά μόνο εκείνον που την έκανε ευτυχισμένη.. :-)

Σ.

22 Ιουλίου 2012

Συντροφικό ταξίδι..

Κάποιες φορές, παίρνουμε στα ταξίδια μας φυλακτό, νοερά, ανθρώπους που μας λείπουν..
Σε αυτό το ταξίδι παίρνω μαζί μου, στη σκέψη μου, δυο συνοδοιπόρους, 
ένα αστέρι μακρινό και μία φίλη νιόφερτη.
Σας κουβαλώ μαζί μου σε τούτο το ταξίδι.
Οι εικόνες μου, οι ομορφιές που θα συναντήσω, τα χαμόγελα που θα μου δοθούν,
χάρισμα σας, καλοί μου... 
Κι όπως γράφω ετούτες τις λέξεις, την καρδιά μου νοιώθω να χοροπηδά σαν μικρό παιδί..
Τι όμορφη που είναι η αγάπη, Θεέ μου! Ακόμη κι όταν λείπει αυτό που αγαπάμε.
Το αγαπημένο πρόσωπο, στο τέλος της ημέρας, φαντάζει μέσα μας πάντα γλυκύ και ανόθευτο.
Ό,τι κι αν έχει γίνει, όσος καιρός κι αν περάσει..
Καλό μας ταξίδι νοεροί μου συνταξιδιώτες..!
:-)

19 Ιουλίου 2012

Ο θρήνος της αδιάθετης αγάπης


Το αδιάθετο της αγάπης μας πνίγει,
Θρυμματίζει τις λείες εσοχές μας,
Στο έρεβος γλιστρά,
κλέβει την παιδική μας γαλήνη.
Οι σκιές αδέσποτες ακολουθούν τα βήματά μας.
Όμοια η αγάπη,
αξόδευτη,
 ακροβατεί στις φτέρνες μας,
νωχελική και πανώρια.
Οι άκρες της δεμένες στ’ αστέρια.
Κι επιλογή δεν έχουμε καμιά,
Παρά να στρέψουμε ψηλά το βλέμμα.
Του αξόδευτου ν’ αποζητούμε την άλωση.
Κι ο ύπνος μας αποστρέφεται για την ύβρη,
την ομορφιά που στάζει ερήμην μας,
δίχως ν' ανθίσει εντός μας.
Και απομένουμε σκυφτοί,
με μάτια σφαλιστά,
Να θρηνούμε το αδιάθετο της αγάπης.
Να θρηνούμε
τον δικό μας
αδιάθετο
εαυτό.

Σ.

17 Ιουλίου 2012

Αναμετρήσεις...

Πυρωμένες σκέψεις,
οι νοσταλγίες των ανθρώπων
φαντάζουν σπιρτάδες και σπίθες βραχύβιες.
Στη φούχτα τις κρατώ και μετρώ δευτερόλεπτα...
Ένα, δύο, τρία...
Δευτερόλεπτα αντοχής...
Τέσσερα, πέντε, έξι..
Αγόγγυστα τις κλείνω στα δάχτυλα,
να καμωθώ πως τίποτα δε με λυγίζει.
Τίποτα, εκτός από το ίδιο το τίποτα.
Στ’αυτιά μου κρεμασμένα χαμόγελα,
στους ώμους τυλίγονται οι στιγμές,
πανωφόρι μου πολύτιμο,
πανωφόρι μου κουρελιασμένο,
το απωθώ, το ποθώ...
Απωθώ... Ποθώ...
Είμαι, είσαι, είμαστε, οι κρεμάστρες, 
που πάνω τους χύνονται πύρινα πανωφόρια
οι άπνοες στιγμές...
Στρέψου στο άπειρο και ανάπνευσε βαθιά και βίαια.
Απάνθρωπα ενδύσου ανθρωπιά
κι ύστερα βούτα τη στις στιγμές εκείνες τις λειψές.
Αναλισκόμενος,
ορθώσου,
αναλλοίωτος.
 Σ.

Ένα μικρό χεράκι...

Κάποτε, στη χώρα των χεριών, ζούσε ένα μικροκαμωμένο χεράκι, που αγαπούσε πολύ να στέκεται δίπλα στη θάλασσα και να ψηλαφίζει τα κύματα. Το χεράκι, έμοιαζε σχεδόν παιδικό, με δάχτυλα λεπτά και μικρά, στρογγυλεμένες οι άκρες τους, και μια παλάμη τόσο μικροκαμωμένη , που θα'λεγε κανείς πως ξέμεινε για πάντα παιδικό, ξέχασε να μεγαλώσει, δε θέλησε να μεγαλώσει, ποιός ξέρει;

Το χεράκι, κάθε πρωΐ τραβούσε τις κουρτίνες και χαιρετούσε τις αχτίνες του ήλιου που έσκαγαν πάνω στις χαραμάδες. Άνοιγε την παλάμη και ένοιωθε το ζεστό χάδι του να γεμίζει το μέσα του κόσμο θαλπωρή και μια ελπίδα αδιόρατη για τη καινούργια μέρα που ξημέρωνε. Όλες τις εποχές τις αγαπούσε. Μα πιο πολύ αγαπούσε το φθινόπωρο και την άνοιξη, γιατί τότε μπορούσε να μιλήσει με την αγαπημένη του θάλασσα. Αυτές τις εποχές η θάλασσα είναι πιο καταδεχτική. Μιλάει αδιάκοπα, φουσκώνει, ξεφουσκώνει, κινείται μελωδικά, δίχως να σε τρομάζει με την αγριάδα της, όπως τον χειμώνα.

Όλες οι εποχές ήταν αγαπημένες για το χεράκι, μα το φθινόπωρο και την άνοιξη εκείνο ένοιωθε διπλά χαρούμενο, γιατί μπορούσε να κατέβει στην ακρογιαλιά, να ψηλαφίσει τα κύματα, να μιλήσει με τη γλυκιά θάλασσα, που έθρεφε τα όνειρά του. Με τις άκρες των δαχτύλων του ακουμπούσε ελαφρά, σχεδόν ιεροτελεστικά, με δέος, όπως αγγίζει κανείς κάτι ιερό, την υγρή επιφάνεια της θάλασσας, σταδιακά βυθιζόταν ολόκληρο μέσα στη δίνη των κυμάτων, και έμενε εκεί, να νοιώθει το θαλασσινό νερό να το αγκαλιάζει στοργικά, να το δροσίζει, να το ταξιδεύει και να το παρασέρνει μακριά, όσο πιο μακριά γίνεται, στον κόσμο των ονείρων του.

Και ήταν όμορφα εκεί, στον ονειρικό του κόσμο. Εκεί, το χεράκι έτρεχε στον άνεμο κουβαριασμένο και αξεδιάλυτο με ένα άλλο χεράκι. Εκεί τα δάχτυλά του μπλέκονταν με άλλα δάχτυλα στοργικά. Εκεί δεν ένοιωθε ποτέ φόβο, γιατί ήταν πια ενωμένο με ένα άλλο χέρι. Δεν ήταν πια κενά διαστήματα ανάμεσα σε μικροσκοπικά δάχτυλα. Εκεί ήταν πια μια γροθιά, εύρωστη και συμπαγής, και τίποτα δεν μπορούσε να το φοβίσει.

Έτσι κυλούσε η μέρα του, και το μικρό χεράκι ήταν ευτυχισμένο. Ένοιωθε ευγνωμοσύνη για τον ήλιο κάθε πρωι στο παράθυρό του, για το πέρασμα του αέρα στο ανάμεσο των δαχτύλων του, για τις κουβέντες του με τη θάλασσα κάθε δειλινό, για τα ταξίδια του στα όνειρά του.

Μια μέρα όμως, την ώρα που βυθιζόταν στην άμμο και την σκορπούσε στον αέρα ήρθε και κάθισε δίπλα του ένα άλλο χέρι. Το χέρι αυτό ήταν πολύ νευρικό και έμοιαζε τόσο ανυπόμονο και βιαστικό..! Το μικρό χεράκι, το πάντα παιδικό, άρχισε να περιεργάζεται τον απρόσμενο επισκέπτη, που ήρθε να συντροφέψει το παιχνίδι του στην άμμο. Το χέρι εκείνο ήταν τραχύ και άκαμπτο. Τα δάχτυλά του χοντροκαμωμένα και οι οι μικροί λοφίσκοι στις αρχές των δαχτύλων έμοιαζαν γδαρμένοι. Το μικρό χεράκι έστεκε και το κοίταζε στην κάθε του λεπτομέρεια και ένοιωθε να ξυπνά μέσα του κάτι άγνωστο, κάτι που το φόβιζε , αλλά και το γέμιζε με ένα αλλιώτικο συναίσθημα, εκείνο που σου δίνει την αίσθηση οτι έχεις την δύναμη να πετάξεις ψηλά, να αιωρηθείς πάνω απο τα κύματα..

Τότε, το χέρι εκείνο το τραχύ, το άκαμπτο, άρχισε να κινείται με τον άνεμο, να χορεύει ακανόνιστα και ρυθμικά συνάμα, να ξεχύνεται πάνω στα κύματα, και να επιστρέφει φέροντας δροσοσταλίδες και φύκια κρεμασμένα στα χάσματα των δαχτύλων.. Το μικρό χεράκι έμεινε μαγεμένο να κοιτάει, να δροσίζεται, να δέχεται πάνω του τα φύκια που τυλίγονταν στα δάχτυλά του.. Ένοιωσε τόση ανακούφιση, ανακαλύπτοντας πίσω απο την τραχύτητά εκείνου του χεριού την πρωτόγονη παιδικότητά του, που γλίστρησε κοντά του παίρνοντας την μεγάλη απόφαση: να μοιραστεί μαζί του το μεγάλο μυστικό... Το βύθισμά του στα κύματα και τα ταξίδια του στον κόσμο των ονείρων του. Ίσως ακόμη να το άφηνε να έρθει μαζί του.. Ίσως...

Η αρχή ήταν αρκετά δύσκολη. Η επιφάνεια εκείνου του χεριού ήταν τραχιά, σαν άγονο χωράφι, χέρσο, που διψά για νερό. Το μικρό χεράκι σκέφτηκε πως ίσως αν τυλιγόταν πάνω του, του έδινε λιγάκι απο την δροσάδα του, μα αυτό δεν αρκούσε. Ύστερα σκέφτηκε να το οδηγήσει στη θάλασσα, να το βουτήξει στην αγκαλιά της, στην άπλετη δροσιά της.. Μα το θαλασσινό νερό, άφηνε πάνω στο χέρσο χέρι αλάτι, και έκαιγε ακόμη πιο πολύ την διψασμένη του επιφάνεια, που γινόταν ακόμη πιο τραχιά και άνοιγε ρωγμές..

Τότε το χεράκι πήρε τη μεγάλη απόφαση: Θα πότιζε το χέρι εκείνο με το γλυκύ απόσταγμα απο τα ταξίδια που έκανε στα όνειρά του.. Και αυτό έκανε... Για πολύ καιρό... Με την ελπίδα οτι μια μέρα το νευρικό εκείνο χέρι θα έχανε την τραχύτητά του, θα λείαινε τις ρωγμές του, θα έβρισκε πάλι την ωμή και ανόθευτη παιδικότητά του.. Θα μπορούσαν να γίνουν μια γροθιά αξεδιάλυτη στου χρόνου το πέρασμα.. Εκείνο όμως, είχε πια αγαπήσει πιο πολύ την τραχύτητά του απο αυτό που υπήρχε κάτω απο αυτή.

Το μικρό χεράκι όμως, συνεχίζει τα ταξίδια του στο όνειρο. Τα ταξίδια του πάνω στην ράχη των κυμάτων. Και έχει όμορφους συνοδοιπόρους. και ελπίζει πάντα να βρει εκείνο το χεράκι που θα θελήσει να γίνει μαζί του μια γροθιά. Κάποιες φορές, γυρίζει στην αμμουδιά και ρίχνει σταγόνες δροσιάς σ'ενα μικρό λάκκο και τις σκεπάζει προσεχτικά. Ίσως κάποιο χέρι, άγονο και τραχύ τις χρειαστεί. Ίσως τις αναζητήσει... Και το μικρο χεράκι συνεχίζει να ταξιδεύει..

                                                                                  Σ.

10 Ιουλίου 2012

Η νοσταλγική ομορφιά..

Αυτα τα ξαφνικά κύματα νοσταλγίας, που έρχονται τόσο απροσδόκητα, παλιά προκαλούσαν κάποια θλίψη. Όχι όμως πια. Γιατί σήμερα, γνωρίζω πως αυτά τα κύματα είναι πλούτος, είναι δύναμη. Και είναι τόσο ανεκτίμητο δώρο το αίσθημα της αγάπης, που έχουμε νοιώσει για κάποιους ανθρώπους, ακόμη κι αν η σχέση μας μαζί τους μας έχει αφήσει πληγές..
Πόσο άχαρη η ζωή , αλήθεια, δίχως να έχει νοιώσει κανείς αυτή την ακατανίκητη ορμή της αγάπης μέσα του και πόσο πολύτιμα τα δώρα της, ακόμη κι αυτά του πόνου και της νοσταλγίας..! Aυτά τα  κύματα νοσταλγίας κάποιου αγαπημένου προσώπου, ας μας γεμίζουν θαλπωρή, ας μας υπενθυμίζουν όσα αδιάκοπα βιώνουμε, αλλά κάποιες φορές ξεχνάμε: πως η αγάπη η αληθινή ποτέ της δε στερεύει, πως ζει πέρα απο κάθε απόσταση και κάθε πέρασμα του χρόνου. Ίσως ακόμη να αυξάνει, να μεγαλώνει, να γιγαντώνεται. Γιατι ό,τι αληθινό μέσα μας είναι και αθάνατο.
Υπάρχουνε στιγμές, που ανθρώπινα μας λυγίζουν αυτές οι νοσταλγικές στιγμές και το μόνο που επιθυμούμε είναι να κοιτάξουμε μάτια αγαπημένα, ζωντανά, να αντανακλούν τα δικά μας μάτια, κι όχι άχαρα και παγωμένα μάτια, μέσα απο μια φωτογραφία. Μα είναι ανώφελο να παραβιάζει κανείς την ελευθερία του άλλου και τις αποστάσεις που εκείνος έχει επιλέξει, για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Και έχω μάθει πια καλά, πως αν η ελευθερία οδηγήσει κάποιον ξανά στα βήματά μας, με διάθεση ανοιχτής και καθαρής καρδιάς, μόνο τότε θ'αξίζει η στιγμή. Ό,τιδήποτε άλλο, άχαρο και βεβιασμένο, ασχημαίνει την ομορφιά των συναισθημάτων μας.
Το χρέος του κάθε ανθρώπου είναι να παλεύει για την αγάπη, χωρίς ποτέ να παραβιάζει την ελευθερία του αγαπημένου του προσώπου. Όπου η πορεία μας προς την καρδιά του άλλου συναντήσει τοίχο , εκεί είναι και το τέρμα και το όριο της δικής μας προσπάθειας. Εκεί, είναι σειρά του άλλου, εαν και εφόσον μας αγαπά, να γκρεμίσει τα τείχη που εκείνος έχτισε. Ν'αποφασίσει αν θέλει να μας αφήσει απο την άλλη πλευρά του τείχους, αν θέλει να μοιραστεί τον κόσμο του μαζί μας... Να γιατρέψει τις πληγές , που ίσως άθελά του μας προξένησε..
Διαφορετικά, η νοσταλγία ας μένει μέσα μας ως κάτι όμορφο και όχι ως κάτι λυπηρό, να μας θυμίζει τα όσα πλούσια κρύβουμε μέσα μας... Γιατί η αγάπη είναι πλούτος και όχι μιζέρια και κατήφεια..! Η νοσταλγία είναι όλα όσα όμορφα ζήσαμε, τα χαμόγελα, η τρυφερότητα, το βλέμμα εκείνο που κοιτούσε μέσα μας, το άνοιγμα της ψυχής μας, όλες εκείνες οι στιγμές που μας φέρνουν δάκρυα συγκίνησης.. Μόνο ένας άνθρωπος που αντιλαμβάνεται τον πλούτο της αγάπης, πέρα απο τις ανθρώπινες αδυναμίες, αστοχίες και πληγές, μπορεί να τη βιώσει, χωρίς να τον πνίξει η στενότητα της καρδιάς του. Μόνο ένας άνθρωπος με πλούσια, ευρύχωρη καρδιά, μπορεί να χωρέσει την απεραντοσύνη της αγάπης....!
Το εύχομαι σε όλους μας!
Σ.

6 Ιουλίου 2012

Ο άνθρωπος του ''αξιοπρεπούς'' βίου...

(Για τον άνθρωπο του σήμερα)

Χάθηκαν οι μέρες,
κι εμείς ακόμη βαδίζουμε
με το ένα χέρι συρμένο στο πεζοδρόμιο,
και το άλλο γατζωμένο με ορμή στα μαλλιά μας,
να τραβάμε το κεφάλι με το ζόρι σε στάση προσοχής.
Λες μέσα σου, δε μπορεί,
θα τους ξεγελάσω οτι έχω ακόμη το κεφάλι μου ψηλά..
Λες, δε μπορεί, θα τους ξεγελάσω..
Κι όσο τραβάς το κεφάλι,
τόσο το χέρι σου το δεξί σέρνεται στο πεζοδρόμιο,
κι όσο εκείνο σέρνεται,
τόσο πιο βίαια τραβάς με το ζερβό τα μαλλιά σου,
κι όσο τραβάς,
τόσο νοιώθεις να ξεριζώνονται απο την ρίζα τους,
να λιγοστεύουν, να τα παίρνει ο αερας..
Ώσπου έρχεται η μέρα που δεν βρίσκεις μαλλιά να πιαστείς,
να κρατήσεις το κεφάλι σου ψηλά,
  κι αναγκάζεσαι να το ομολογήσεις.
Πως τη ζωή σου τη πέταξες,
σέρνοντάς τη σε πεζοδρόμια που δε διάλεξες,
σε δρόμους που δεν ήτανε για σένανε πλασμένοι,
σε πορείες που οδηγούσανε εκεί,
που ποτέ σου να φτάσεις δε θέλησες..
Πως το κεφάλι που με βία τράβαγες ψηλά,
είν'απο χρόνια πια σκυμμένο.. ίσως παραλυμένο..
Σαν θάρρητα δεν έχεις
απ'τα μυαλά να γατζωθείς με το ζερβό σου χέρι,
κι απ'της καρδιάς τις αρτηρίες με το δεξί,
μην ορέγεσαι ελευθερία..
Σ.

3 Ιουλίου 2012

Ασυνάρτητα...

Ξεκινώ να γράφω, δίχως να ξέρω το τί θα γράψω, δίχως να έχω σκεφτεί το θέμα, ούτε και τον  σκοπό. Σήμερα, το να γράψω είναι ο αυτοσκοπός μου. Δίχως να λογοκρίνω μια στάλα απο τη σκέψη μου, θέλω να την αφήσω να τρέξει ελεύθερη, να ξεχυθεί έξω απο τ'αυλάκια που την έχω ή την έχουν ''άλλοι'' βάλει. Γι'αυτό ας μου συγχωρηθεί, ό,τι ασυνάρτητο ειπωθεί.

Συχνά νοιώθω εκτός τόπου και χρόνου. Το πιο πιθανό είναι οτι ισχύει. Είναι όμως τόσο κακό; Συχνά πάλι νοιώθω πως είμαι πιο ''εντός'' πραγματικότητας απο πολλούς, που νομίζουν οτι είναι, ακολουθώντας το κατα κοινωνίαν φυσιολογικό. Η διαφορά έγκειται στο οτι εγώ επιλέγω την πραγματικότητα που μου ορίζει η φύση μου, ενω άλλοι επιλέγουν την πραγματικότητα που πλάστηκε απο τους ανθρώπους της ανάγκης. Δεν ξέρω τι απο τα δύο είναι πιο ακριβές. Έχει νόημα να μάθω;; Έτσι κι αλλιώς δε μ'ενδιαφέρει ν'ακολουθήσω χαραγμένους δρόμους. Έχω το δικό μου μονοπάτι που περιμένει ξεχορτάριασμα. Και δεν το εγκαταλείπω για καμία λεωφόρο.

Τελευταία με προβληματίζει το θέμα της φοβίας στην αγάπη. Βλέπω γύρω μου ανθρώπους που καταστρέφουν ό,τι όμορφο έχουν στη ζωή τους απο φόβο. Οι άνθρωποι φοβούνται την απόρριψη, φοβούνται τον πόνο, φοβούνται το ρίσκο, φοβούνται το άνοιγμα στον άλλο, φοβούνται να εμπιστευτούν, φοβούνται να γίνουν ευάλωτοι, φοβούνται την πτώση, ακόμη και την ίδια την αιώρηση, ακόμη και την ίδια την εκστατική στιγμή της πληρότητας που δίνει η αγάπη, ακόμη κι αυτή, τη φοβούνται.. Όπου νοιώσουν αυτή την ακατανίκητη ορμή να ξυπνά μέσα τους, εκεί επιλέγουν να πονέσουν τον άλλο πρώτοι, να υποτιμήσουν την ομορφιά της σχέσης και να την υποβιβάσουν σε κάτι το ευτελές. Πάντα και παντού οι ίδιοι φόβοι... Όλοι μας δέσμιοι. Πόσο πιο εύκολο θα ήταν να κάναμε, χωρίς λογοκρισία, αυτό που αισθανόμαστε..! Όλα θα ήταν τόσο πιο όμορφα, τόσο πιο ελεύθερα..
      
Δεν θέλω να φοβάμαι. Θέλω να είμαι ελεύθερη.
Δεν θέλω δίπλα μου ανθρώπους που υποτάσσονται στους φόβους τους.
Θέλω δίπλα μου ανθρώπους, που πολεμάνε κάθε μέρα να είναι ελεύθεροι.
Ελεύθεροι και εκτός τόπου και χρόνου! :-)
                                                                             Σ.